Άρθρο μου για τις Διεθνείς Εξελίξεις και τις Προκλήσεις του 2022 στην εφημερίδα «Τα Νέα»

Το 2022 ξεκινάει σε ένα κλίμα αβεβαιότητας με πολλές προκλήσεις για την Ελλάδα, την Ευρώπη και τον κόσμο.

Η πανδημία συνεχίζει την επέλασή της, αναδεικνύοντας τις μεγάλες ανισότητες στη δημόσια υγεία. Μερικές χώρες έχουν στραφεί στη λογική μιας τέταρτης δόσης εμβολίου, ενώ άλλες δεν έχουν τα μέσα να εμβολιάσουν παρά ένα μικρό τμήμα του πληθυσμού τους.

Σύμφωνα με στοιχεία του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, μόνο το 9% των Αφρικανών έχουν εμβολιαστεί με δυο δόσεις, τη στιγμή που ο στόχος ήταν 40% μέχρι τέλη Δεκεμβρίου του 2021. Η μετάλλαξη Όμικρον έδειξε, όχι μόνο ότι η οικονομική ανισότητα βλάπτει την παγκόσμια υγεία, αλλά και πόσο αναγκαία είναι η συνεργασία σε παγκόσμιο επίπεδο μπροστά στις σημερινές προκλήσεις. Δεν οφελεί να κρύβουμε το κεφάλι μας στην άμμο ή να χτίζουμε περιχαρακωμένοι ένα εθνικό τείχος ανοσίας, νομίζοντας ότι μπορούμε μόνοι μας να είμαστε ασφαλείς.

Οι πιο σοβαροί λόγοι ανησυχίας για το μέλλον της ανθρωπότητας, σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή. Και αυτό γίνεται κάθε χρόνο όλο και πιο ορατό στην καθημερινή μας ζωή. Ο όρος υβριδική απειλή, έχει γίνει μέρος του λεξιλογίου μας, ενώ ο γεωπολιτικός ανταγωνισμός έχει μεταφερθεί από τον κυβερνοχώρο και τις τεχνολογικές εξελίξεις μέχρι και το διάστημα.

Οι παραπάνω λόγοι θα έπρεπε να συνετίσουν ηγεσίες παγκοσμίως να εμπεδώσουν θεσμούς επίλυσης συγκρούσεων και διεθνούς συνεργασίας, αντί της καλλιέργειας έντασης και ξέφρενης ανάπτυξης νέων εξοπλιστικών συστημάτων.

Είναι προφανές ότι, σε μια τέτοια εποχή ραγδαίων εξελίξεων, δεν μπορούμε να αντιμετωπίζουμε τα εθνικά μας θέματα ξεκομμένα από τις ευρύτερες παγκόσμιες και ευρωπαϊκές εξελίξεις.  

Στις Ηνωμένες Πολιτείες, ο Τζο Μπάιντεν έχει να αντιμετωπίσει μεγάλα εσωτερικά προβλήματα με ορίζοντα τις ενδιάμεσες εκλογές του Νοεμβρίου, όπου οι Δημοκρατικοί κινδυνεύουν να χάσουν τον έλεγχο του Κονγκρέσου. Πραγματικός φόβος είναι, ένα ακραίο πια Ρεπουμπλκανικό κόμμα, καθοδηγούμενο από τον πρώην Πρόεδρο Τραμπ, να υπονομεύσει σοβαρά τους δημοκρατικούς θεσμούς. Στις πολιτείες που ελέγχει πολιτικά, προωθούνται συστηματικά περιορισμοί στο δικαίωμα των πολιτών να συμμετάσχουν στις εκλογικές διαδικασίες.

Παρότι διατέθηκαν τρισεκατομμύρια δολάρια για την υγεία και για αναπτυξιακά προγράμματα, ψηφίστηκε ένας σημαντικός νόμος για επενδύσεις σε υποδομές και η ανεργία έπεσε στο 4,2%, η εσωτερική πόλωση εξακολουθεί να είναι μεγάλη. Οι δυνάμεις που προκάλεσαν την κατάληψη του Καπιτωλίου πέρυσι για να ακυρώσουν το εκλογικό αποτέλεσμα, παραμένουν ενεργές.

Κατά συνέπεια, σημαντική προτεραιότητα του Προέδρου Μπάντεν είναι όχι μόνο να περάσει το μεγάλο κοινωνικό πρόγραμμα «Build back better», αλλά και να νομοθετήσει σε ομοσπονδιακό επίπεδο εγγυήσεις στο εκλογικό σύστημα για την ισότιμη συμμετοχή όλων των πολιτών.

Οι εσωτερικές εξελίξεις στις ΗΠΑ επηρεάζουν την παρουσία τους στη διεθνή σκακιέρα. Είναι εμφανές ότι, η σημερινή αμερικανική κυβέρνηση είναι πιο εποικοδομητική σε ό,τι αφορά στις προσπάθειες των διεθνών οργανισμών για την αντιμετώπιση μεγάλων παγκόσμιων προκλήσεων, όπως της κλιματικής αλλαγής. Θα αποφύγει να επιβάλλει λύσεις στο εξωτερικό, επενδύοντας στην πολιτική και οικονομική διπλωματία για σταθερότητα και αποφυγή επικίνδυνων συγκρούσεων. Αυτό έχει ήδη αλλάξει τα δεδομένα στην ευρύτερη περιοχή μας.

Παρομοίως, η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι αναμενόμενο να έχει ως προτεραιότητα τη διαχείριση των κοινωνικών και οικονομικών επιπτώσεων της πανδημίας.

Στα θέματα εξωτερικής πολιτικής η ΕΕ έχει ένα κοινό πλαίσιο αρχών, αλλά πάντα επί του πρακτέου οι αποφάσεις για την εφαρμογή αυτών των αρχών χρωματίζονται από τα εθνικά συμφέροντα κάθε μέλους. Παράδειγμα, η κρίση Ουκρανίας – Ρωσίας, η πιο καυτή πατάτα που έχει να αντιμετωπίσει η ΕΕ. Η νέα Γερμανική κυβέρνηση θα χρειαστεί να ισορροπήσει ανάμεσα στον ρεαλισμό και την ανάγκη σεβασμού του διεθνούς δικαίου και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Πολύ περισσότερο, που και η ΕΕ στο εσωτερικό της αντιμετωπίζει πρόβλημα με την ύπαρξη αυταρχικών καθεστώτων που παραβιάζουν βασικές δημοκρατικές αρχές και επηρεάζουν την ενιαία στάση της Ευρώπης στο διεθνές γίγνεσθαι.

Η προσπάθεια για στρατηγική αυτονομία της Ευρώπης, με τη συζήτηση για τη «Στρατηγική Πυξίδα» της ΕΕ στη Σύνοδο Κορυφής του προσεχούς Μαρτίου, παρουσιάζει ενδιαφέρον και ευκαιρία για την χώρα μας. Συνιστά πρόκληση για μια ουσιαστική ενιαία εξωτερική πολιτική και άμυνα, που να περιλαμβάνει και θέματα αμυντικής βιομηχανίας.

Από τη μια, οι νέες απειλές στην περιοχή μας μετακινούν την κοινή γνώμη υπέρ μιας ισχυρότερης Ευρώπης, από την άλλη η τάση επανεθνικοποίησης των πολιτικών πολλών κρατών μελών, δυσκολεύει την επιτυχία του εγχειρήματος που επιδιώκει και η σημερινή Γαλλική προεδρία της ΕΕ.

Αυτές οι αντίρροπες τάσεις σε σημαντικά ζητήματα, έχουν επιπτώσεις και στα εθνικά μας θέματα.

Επομένως, κρίσιμο ζήτημα για την Ελλάδα είναι, ούτε να δρα αμυντικά, προσαρμόζοντας τη στρατηγική της εκ των υστέρων στα γεγονότα, ούτε να περιμένει αμήχανα συμμάχους μας, με διαφορετικά συμφέροντα μεταξύ τους, να καθορίζουν τις εξελίξεις στην ευρύτερη περιοχή μας.

Οφείλουμε να έχουμε δικό μας σχέδιο, που να μην φείδεται πρωτοβουλιών, στα θέματα εξωτερικής πολιτικής. Διαμορφώνοντας με τον καλύτερο τρόπο την εθνική μας στρατηγική, ώστε να ενσωματώνει και τις ανησυχίες των συμμάχων μας, πείθοντάς τους για την ορθότητα της οπτικής μας. Έτσι κινηθήκαμε για την ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ, με πολύ θετικά αποτελέσματα.

Η ένταξη του συνόλου των Βαλκανίων στην ΕΕ, για παράδειγμα, είναι απολύτως προς το συμφέρον της Ελλάδας. Διαφορετικά, θα έχουμε στα σύνορα μας ένα επικίνδυνο πεδίο γεωπολιτικού ανταγωνισμού αλλά και παραγωγής αστάθειας.

Αυτό ήταν και το σκεπτικό με το οποίο προωθήσαμε την ατζέντα της Θεσσαλονίκης το 2003. Τυχαίνει το 2022, να είναι κρισιμότατη χρονιά για την προώθηση αυτού του στόχου. 

Οι προοδευτικές δυνάμεις της χώρας μας, πάντα προσέβλεπαν και στη συνεργασία των λαών της Μεσογείου. Όσο δύσκολο και αν φαντάζει με τις υπάρχουσες εντάσεις, τόσο απαραίτητο είναι η Ελλάδα να βρίσκεται στην πρωτοπορία αυτού του στρατηγικού διακυβεύματος.

Η Τουρκία, βρίσκεται σε μεταβατική φάση, υπό την πίεση μιας μεγάλης οικονομικής και κοινωνικής κρίσης.

Γεωπολιτικά, κλίνει πότε προς την Ανατολή πότε προς την Δύση, έχοντας χάσει το βηματισμό που διασφάλιζε η προοπτική της ευρωπαϊκής ένταξης.

Η πλήρης απομάκρυνση της Τουρκίας από την ευρωπαϊκή της προοπτική, αδυνατίζει τον εκσυγχρονισμό και εκδημοκρατισμό της και θα ήταν ιδιαίτερα επικίνδυνη εξέλιξη για την Ελλάδα και όχι μόνο.

Η προετοιμασία μας για όποια σενάρια μπορούν να προκύψουν, είναι απαραίτητη.

Προς το συμφέρον μας είναι η συστηματική καλλιέργεια διαύλων επικοινωνίας με τις δημοκρατικές, φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις της Τουρκίας. 

Από την άλλη, η σοβαρή ενδυνάμωση των αμυντικών μας ικανοτήτων, ιδιαίτερα στον τομέα της σύγχρονης τεχνολογίας και της εγχώριας ανάπτυξής της, αποτελεί βασικό στήριγμα και για την επιτυχή διπλωματική προσπάθεια της Ελλάδας.

Το 2022 είναι κρίσιμη χρονιά και για την Κύπρο. Οι συζητήσεις που γίνονται από διεθνείς παράγοντες για το μέλλον της Ανατολικής Μεσογείου, δεν μπορούν να αφήνουν στην άκρη την ανάγκη επίλυσης του Κυπριακού στη βάση μιας διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας. Η εγκατάλειψη ή αποδόμηση των κεκτημένων από τις μέχρι τώρα διαπραγματεύσεις εγκυμονεί κινδύνους ενταφιασμού αυτής της προοπτικής.

Οι προκλήσεις του 2022 εντάσσονται σε μια δεκαετία κοσμογονικών αλλαγών.  

Είναι καιρός να εργασθούμε για μια συνεκτική εμπροσθοβαρή εθνική στρατηγική, προετοιμασμένοι για τα μελλούμενα, με τη συμβολή όλων όσων μπορούν να προσφέρουν από το πλούσιο δυναμικό του Ελληνισμού, εντός και εκτός συνόρων.